Διαφωτισμός -Κλασσικισμός

(Ἱστοπλοηγὸς Mozilla)
ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΣ - ΚΛΑΣΣΙΚΙΣΜΟΣ
Οἱ ἐγχώριες ἀντιφάσεις
(κείμενο τοῦ κ. Γεωργίου Θ. Γιαννοπούλου)
http://www.i-m-patron.gr/lyxnos/diafotismos.html

Τὸ παρατιθέμενον κατωτέρω κείμενον εἶναι ἡμετέρα συνέντευξις δοθεῖσα εἰς τὸν τηλεοπτικὸν σταθμὸν "ΛΥΧΝΟΣ" τῶν Πατρῶν τὴν 14ην Μαρτίου 1999. Συνομιλητὴς εἶναι ὁ ὑπεύθυνος τοῦ σταθμοῦ κ. Παναγιώτης Ἀνδριόπουλος, ἐμφαινόμενος κατωτέρω ὑπό τὰ ἀρχικὰ Π.Α.

Π.Α. Κυρίες, κύριοι ἕνα ζήτημα ποὺ ἀπασχολεῖ τὸν νέον ἑλληνισμὸ, εἶναι τὸ ζήτημα τῆς ταυτότητος, τῆς ἰδιοπροσωπίας τοῦ νέου ἑλληνισμοῦ, πρὸς τὰ ποὺ πρέπει νὰ κατευθύνεται, ποιὰ ἡ σχέση μὲ τὴν κλασσικὴ ἀρχαιότητα, ποιὰ ἡ σχέση μὲ τὴν Ὀρθοδοξία, ὅπως διαμορφώθηκε μετὰ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας.
Σ' αυτὴ τὴν ἀναζήτηση ταυτότητας ἐντάσσεται αὐτό, ποὺ ἔχουμε ὀνομάσει νεοελληνικὸ διαφωτισμὸ. Ποιὰ ἡ σχέση δηλαδὴ τοῦ νεοελληνικοῦ διαφωτισμοῦ μὲ τὸν εὐρωπαϊκὸ διαφωτισμὸ καὶ αὐτὸ εἶναι ἕνα σημαντικὸ κεφάλαιο, τὸ ὁποῖον μᾶς βοηθεῖ στὴν κατανόηση τοῦ θέματος.
Κύριε Γιαννόπουλε σᾶς εὐχαριστῶ πολὺ γιὰ τὴν παρουσία σας σήμερα ἐδῶ στὸν «Λύχνο».

Γ.Γ. Καὶ ἐγὼ σᾶς εὐχαριστῶ κ. Ἀνδριόπουλε καὶ θὰ ἤθελα νὰ παρατηρήσω ἐκ προοιμίου ὅτι, καθ' ὅν τρόπον ἐθέσατε τὰ θέματα, ἤδη ἔχομεν εἰσέλθει σὲ βαθιὰ νερὰ, σὲ πολὺ βαθιὰ νερὰ. Πράγματι, γιὰ νὰ κατανοήση κανείς αὐτὸ τὸ φαινόμενον, αὐτὸ τὸ διανοητικὸν κύμα, τὸ ὁποῖον ἀπεκλήθη νεοελληνικὸς διαφωτισμὸς, ἀνεπιτυχῶς κατὰ τὴν γνώμην μου, καὶ ἐλπίζω νὰ ἔχω τὴν εὐκαιρία, νὰ τὸ ἀναλύσω αὐτὸ, θὰ πρέπει νὰ ξεκινήση ἀπὸ τὸν λεγόμενον εὐρωπαϊκὸν διαφωτισμὸν. Ὁ Εὐρωπαϊκὸς διαφωτισμὸς εἶναι ἡ πνευματικὴ ἐκείνη προεργασία τῆς γαλλικῆς ἐπαναστάσεως ἀπὸ τοὺς λεγομένους Ἐγκυκλοπαιδιστὰς καὶ - γενικῶς - ἀπὸ τοὺς προηγηθέντας τῆς γαλλικῆς ἐπαναστάσεως διαφωτιστὰς. Ὁ διαφωτισμὸς, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ὅτι ὡδήγησε στὴν γαλλικὴ ἐπανάσταση, εἶχε ὡρισμένα χαρακτηριστικὰ, τὰ κυριώτερα τῶν ὁποίων εἶναι τὰ ἐξῆς:
Πρῶτον, ἡ κυριαρχία τοῦ ὀρθοῦ λόγου. Ἡ ratio, κατὰ τὴν λατινικὴν λέξιν, ποὺ σημαίνει "λόγος", σημαίνει "μέθοδος" κλπ., ἐκ τῆς ὁποίας λέξεως προέκυψε ὁ γνωστὸς μας ρασιοναλισμὸς, δηλ. ἡ λογοκρατία, ἡ κυριαρχία, ἡ λατρεία καὶ κατὰ τὸν Παν. Κανελλόπουλον καὶ ἡ θεοποίησις τοῦ ὀρθοῦ λόγου. Διότι εἰς τὴν θέσιν τοῦ Θεοῦ, τοῦ διωχθέντος Θεοῦ, ἐτέθη ὑπὸ τῶν διαφωτιστῶν ἀρχικῶς καὶ ὑπὸ τῆς γαλλικῆς ἐπαναστάσεως ἐν συνεχεία, ὡς νέος θεὸς, ὁ ὀρθὸς λόγος.
Ἡ λογοκρατία λοιπὸν εἶναι τὸ πρῶτον χαρακτηριστικὸν τοῦ εὐρωπαϊκοῦ διαφωτισμοῦ. Δεύτερον χαρακτηριστικὸν ἦτο ἡ ἔμφασις ἡ ὁποία ἐδίδετο εἰς τὰς θετικὰς ἐπιστήμας, τὰ μαθηματικὰ, τὴν ἀστρονομίαν, τὴν φυσικὴν, τὴν χημείαν. Εἶχον προηγηθῆ, πράγματι, αἱ ἀνακαλύψεις τοῦ Κοπερνίκου καὶ τοῦ Νεύτωνος καὶ ἡ Εὐρώπη ἐπίστευσεν εἰς τὴν μεγάλην σημασίαν, τὴν ἀποκαλυπτικὴν σημασίαν καὶ χρησιμότητα τῶν θετικῶν επιστημῶν. Ἐπιστεύετο, δηλαδὴ, (καὶ αὐτὸ θὰ τὸ βροῦμε καὶ εἰς τὸν νεοελληνικὸν διαφωτισμὸν) ὅτι ἡ μελέτη, ἡ σπουδὴ τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν ἀποκόπτει τὸν ἄνθρωπον ἀπὸ θρησκευτικὰς πεποιθήσεις, ἀπὸ θρησκευτικὰς ἀντιλήψεις, ἀπό δεισιδαιμονίας, καὶ λοιπὰ.
Τρίτον χαρακτηριστικὸν τοῦ εὐρωπαϊκοῦ διαφωτισμοῦ εἶναι ὅλα ἐκεῖνα τὰ στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα ἐκφράζονται μὲ τὸν γενικὸν ὄρον: "πολιτικὰ δικαιώματα". Αὐτὰ ἦσαν κυρίως ἡ ἰσονομία, ὑπὸ τὴν ἔννοιαν τῆς ἰσότητος ἔναντι τῶν νόμων, ἡ ἰσοπολιτεία, ἡ ἴση συμμετοχὴ εἰς τὰ κοινὰ, δηλ. ἡ ἴση συμμετοχὴ εἰς τὴν ἄσκησιν τῆς ἐξουσίας, ὁ ἀντιφεουδαρχισμὸς. Κυρίως ὁ διαφωτισμὸς ἐξεδηλώθη ὡς ἀντιφεουδαρχισμὸς. Ὅλα δὲ τὰ άλλα δικαιώματα, τὰ ὁποῖα σήμερον συλλήβδην ἀποκαλοῦμε ἀτομικὰ δικαιώματα, εἶχαν διδαχθῆ καὶ παλαιότερα.
Ἀρκεῖ νὰ σκεφθῆ κανεὶς ὅτι ἤδη ἀπὸ τοῦ 13ου αἰῶνος ὁ Θωμᾶς Ἀκουϊνάτος εἶχε πεῖ τὴν περίφημη φράση: "ut omnes aliquam partem habeant in principatu" (= ἵνα ὅλοι ἔχωσι δικαίωμα συμμετοχῆς εἰς τὴν ἄσκησιν τῆς ἐξουσίας).
Μεταγενέστεροι φιλόσοφοι καὶ ἰδίως οἱ λεγόμενοι Μοναρχομάχοι τοῦ 16ου αἰῶνος διεκήρυξαν ὡς "inherent right", ὡς αὐτοφυὲς δικαίωμα διὰ τὸν ἄνθρωπον τὴν ἴσην συμμετοχὴν εἰς τὰ κοινὰ, εἰς τὴν ἄσκησιν τῆς ἐξουσίας.
Ὅμως, εδῶ θὰ πρέπει νὰ τονισθῆ ὅτι ἡ ἰσονομία, ὅπως τὴν συνέλαβαν οἱ διαφωτισταὶ, οἱ περισσότεροι τουλάχιστον ἐξ αὐτῶν, καὶ ὅπως τὴν διεσάλπισεν ἡ γαλλικὴ ἐπανάστασις, ἦτο ἡ ἰσότης ἔναντι τοῦ νόμου καὶ μόνον. Ἡ κοινωνικὴ ἰσότης συνιστᾶ ἄλλην πλευράν τῆς ἰσονομίας, ἡ ὁποία εἶναι κάπως μεταγενέστερον φαινόμενον. Αὐτὴν τὴν ἰσονομίαν δὲν τὴν ἀνεκάλυψεν ἡ Εὐρώπη, οὔτε οἱ διαφωτισταὶ, οὔτε οἱ προηγηθέντες φιλόσοφοι. Εἶναι προϊὸν, εἶναι δίδαγμα τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς φιλοσοφίας.

Π.Α. Ἤθελα νὰ κάμω ἕνα σχόλιο σὲ ὅσα μᾶς λέτε. Ἔχομε νὰ κάμωμε μὲ ἕνα διαφωτισμὸ, ὁ ὁποῖος ἦτο ἀνθρωποκεντρικὸς.

Γ.Γ. Ἔτσι, τουλάχιστον, ἤθελε νὰ ἐμφανίζεται.

Π.Α. Ἔτσι ἤθελε νὰ ἐμφανίζεται. Οὐμανισμὸς. Ὁ ἄνθρωπος τὸ κέντρον τῆς γῆς, μὲ ὅλα τὰ δικαιώματα τὰ ὁποῖα ἔπρεπε νὰ ἀξιώνη, διότι νομίζω ὅτι αὐτὴ ἦταν καὶ ἡ φιλοσοφία τῆς γαλλικῆς ἐπαναστάσεως, ὅμως, τὸ περίεργο εἶναι ὅτι αὐτὸς ὁ ἀνθρωποκεντρισμὸς, ἦταν ἤδη πράξη στὴν καθ' ἡμᾶς Ἀνατολὴ, τόσον στὴν ἀρχαιότητα, ὅσον καὶ στὸ Βυζάντιο καὶ ἄς λέγουν μερικοὶ νεώτεροι ἐρευνητὲς ὅτι τὸ Βυζάντιο ἦταν θεοκρατικὸ καὶ δὲν ἔδιδε καμμιὰ σημασία στὸν άνθρωπο. Δικαιώματα κατακτημένα στὸ Βυζάντιο ἐπανῆλθαν ὡς αἰτήματα κατὰ τὴν γαλλικὴ ἐπανάσταση.

Γ.Γ. Αὐτὰ τὰ πράγματα πλέον ἠμποροῦν νὰ τὰ λέγουν μόνον ἐντελῶς ἀμύητοι εἰς τὴν οὐσίαν τοῦ βυζαντινισμοῦ. Αὐτοὶ, οἱ ὁποῖοι ἀγνοοῦν ἤ θέλουν νὰ ἀγνοοῦν αὐτὴν τὴν περίοδον καὶ τὰς πλουσίας πνευματικὰς διεργασίας, αἱ ὁποῖαι ἔγιναν κατὰ τὴν περίοδον αυτὴν.
Ὅμως, θὰ ἤθελα νὰ μνημονεύσω ἕνα λυρικώτατον, ἕνα ποιητικώτατον χωρίον τοῦ Πλάτωνος ἀπὸ τὸν Μενέξενον, τὸ ὁποῖον ἀναφέρεται ἀκριβῶς εἰς τὰ έκ τοῦ φυσικοῦ δικαίου ἀπορρέοντα δικαιώματα διὰ τὸν ἄνθρωπον, ὧν πρῶτον ἡ ἰσονομία. Λέγει λοιπὸν ὁ Πλάτων: "Μιᾶς μητρὸς πάντες ἀδελφοὶ φύντες οὐκ ἀξιοῦμεν δοῦλοι οὐδὲ δεσπόται ἀλλήλων εἶναι, ἀλλ' ἡ ἰσογονία ἡμᾶς ἡ κατὰ φύσιν, ἰσονομίαν ἀναγκάζει ζητεῖν κατὰ νόμου καὶ μηδένα ἄλλω ὑπείκειν ἀλλήλοις ἤ ἀρετῆς δόξη καὶ φρονήσεως". Ἐδῶ, προκύπτει ἀνάγλυφος ἡ θεωρία τῶν ἀτομικῶν δικαιωμάτων.
Θὰ ἤθελα νὰ προχωρήσω, νὰ ἀπαριθμήσω ἐν τάχει δύο ἀκόμη χαρακτηριστικὰ τοῦ εὐρωπαϊκοῦ διαφωτισμοῦ.
Εἰς τὸν οἰκονομικὸν τομέα ἔχομεν τὴν ἐλευθερίαν δράσεως, παραγωγῆς, διακινήσεως τῶν ἀγαθῶν, ποὺ ὅλα αὐτὰ ἐθεμελίωσαν τὸν καπιταλισμὸν, τὴν κεφαλαιοκρατίαν. Εἷναι τὸ περίφημον: "Laissez faire, laissez passer, le monde va de lui meme" τῆς γαλλικῆς ἐπαναστάσεως, τοῦ Ἀδὰμ Σμίθ καὶ τῶν κλασσικὼν οἰκονομολόγων. Καὶ - τέλος - ὡς ἔσχατον χαρακτηριστικὸν τοῦ εὐρωπαϊκοῦ διαφωτισμοῦ θὰ πρέπει νὰ μνημονεύσω τὸν κλασσικισμὸν. Ὁ διαφωτισμὸς συνεδυάσθη μὲ τὸν κλασσικισμὸν, ἀπήχει τὰς ἰδέας τοῦ κλασσικισμοῦ, τῆς κλασσικῆς ἀρχαιότητος. Εἶναι μία στροφὴ πρὸς τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ἰδέας τῆς ἀρχαιότητος.

Π.Α. Θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε ἐδῶ μία παρατήρηση, ἡ ὁποία βεβαίως δὲν εἶναι δική μου. Ὁσάκις εἴχαμε Ἀναγέννηση στὴν Εὐρώπη, Ἀναγέννηση πνευματικὴ, κατὰ κύριον λόγον, ἡ στροφὴ ἦταν στὸν ἀρχαῖο ἑλληνικὸ πολιτισμὸ. Αὐτὸ σημαίνει, δηλαδὴ, ὅτι ἀπὸ μόνη της ἡ Εὐρώπη εἶναι ἀνίκανη νὰ δημιουργήση Ἀναγέννηση. Γιατὶ τὸ λέγω. Διότι αὐτὴ ἡ στροφὴ εἰς τὴν ἀρχαιότητα ὰπασχολεῖ τὴν Εὐρώπη μέχρι καὶ στὶς ἡμέρες μας. Σήμερα πιὰ ἔχουμε μελέτες, γιὰ τὸ πὼς ὁ Βάγκνερ εἶχε σχέση μὲ τὴν Τραγωδία καὶ προσπάθησε νὰ περάση αὐτὰ τὰ πράγματα μέσα ἀπὸ τὶς Όπερὲς του. Εἶναι δηλαδὴ μία διήκουσα ἔννοια στὸν εὐρωπαϊκὸ πολιτισμὸ ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ σκέψη.

Γ.Γ. Δὲν γεννᾶται ζήτημα. Τὶ νὰ εἰπῆ κανεὶς καὶ τὶ νὰ ἀφήση. Τώρα εἶναι δεδομένον ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ σχολαστικὴ φιλοσοφία, ἡ ὁποία ἦτο ἡ φιλοσοφία τοῦ Μεσαίωνος, ἐξεπορεύθη ἀπὸ τὸν ἀριστοτελισμὸν, ἡ δὲ Ἀναγέννησις ὠφείλετο εἰς τὴν ἀναζωογόνησιν τῶν κλασσικῶν, καὶ ἰδίως τῶν πλατωνικῶν σπουδῶν, ὅπως αἱ σπουδαὶ αὐταὶ μετεφέρθησαν ἀπὸ τὸ ἐπιθνῆσκον Βυζάντιον εἰς τὴν Δύσιν. Τὸ Βυζάντιον, δηλαδὴ, ἀποθνῆσκον ἀνεγέννησε πνευματικῶς τὴν Εὐρώπην.
Αὐτό, ὠρισμένοι μὲν ὄχι καὶ τόσον ἀξιότιμοι Εὐρωπαῖοι διανοηταὶ τὸ ἀποκρύπτουν, ἀλλὰ καὶ ὠρισμένοι γραικύλοι (θὰ μοῦ ἐπιτραπῇ ἡ ἐκφρασις) ἐκ τοῦ λαοῦ μας προσπαθοῦν καὶ αὐτοὶ νὰ τὸ ἀποκρύπτουν, νὰ μὴ τὸ μνημονεύουν κἀν. Τὸ ὅτι δηλ. ἡ Ἀναγέννησις τῆς Εὐρώπης ὠφείλετο εἰς τὴν Ἑλλάδα.

Π.Α. Πολύ ὡραῖα τὸ εἴπατε. Αὐτὴ ἡ μετακίνησις τῶν Ἑλλήνων λογίων ἀπὸ τὰ Βυζάντιον, τὸ ὁποῖον ἔθνησκε, στὴν Δύση. Εἶναι γνωστὲς οἱ περιπτώσεις τοῦ Γεωργίου Γεμιστοῦ, τοῦ Βησσαρίωνος καὶ ἄλλων. Τὸ θέμα ὅμως εἶναι, γιατὶ ὁ διαφωτισμὸς βρῆκε ἔδαφος στὴν Ἑλλάδα, ἡ ὁποία ἦταν ὑπὸ τὸν ὀθωμανικὸν ζυγὸν. Στὴν Δύση ἦτο εὔλογον τὸ γεγονὸς ὅτι ἐπανεστάτησαν ἐναντίον τῆς Φεουδαρχίας, εἶχαν νὰ κάμουν μὲ μίανἐπανάσταση ταξικὴ, ἐδῶ, δὲν συνέβαινε τὸ ἴδιο. Ὁ νεοελληνικὸς διαφωτισμὸς ἦλθε ὡς προετοιμασία, ὅπως ἔλεγαν, γιὰ τὴν ἐπανάσταση, μία ἰδέα τὴν ὁποίαν καὶ ὁ Κοραῆς ἐνστερνιζόταν (ὅτι τὸ Γένος ὀφείλει πρῶτα νὰ παιδευθῇ καὶ μετὰ νὰ ἀπελευθερωθῇ), ὅμως ἡ ἐπανάσταση ἐδῶ ἦταν κατὰ ἀλλοφύλου καὶ ἀλλοθρήσκου ἄρα νομίζω ὅτι αὐτόματα ἔχομε νὰ κάμουμε μὲ διαφορετικὰ δεδομένα.

Γ.Γ. Μάλιστα. Καλὸν θὰ ἦτο νὰ δοῦμε πράγματι, σὲ τὶ ὡμοίαζε ὁ ἐγχώριος διαφωτισμὸς πρὸς τὸν εὐρωπαϊκὸν καὶ σὲ τὶ διέφερε. Οἱ ὁμοιότητες ἦσαν:
α) Ἡ ἔμφασις ποὺ ἐδόθη καὶ ἐδῶ εἰς τὰς θετικὰς ἐπιστήμας· τὰ μαθηματικὰ, τὴν φυσικὴν, τὴν χημείαν, ἀκόμη καὶ τὴν... γεωγραφίαν. Διότι ἐδῶ προσεδόθη τεραστία σημασία εἰς τὴν γεωγραφίαν (ὁ Δημαρᾶς, φερ' εἰπεῖν)· ὁ Δανιήλ Φιλιππίδης καὶ ὁ Γρηγόριος Κωνσταντᾶς εἶχον ἐκδώσει γεωγραφίαν, ὑπὸ τὸν τίτλον: "νεωτερικὴ γεωγραφία", ἡ ὁποία ἐπισείεται περίπου ὡς ἑν ἐκ τῶν Εὐαγγελίων τοῦ νεοελληνικοῦ διαφωτισμοῦ.
β) Ἡ στροφὴ εἰς τὴν δημώδη παράδοσιν καὶ γλῶσσαν.
γ) Ὁ ἀντικληρικαλισμὸς. Ἐδῶ ὁ νεοελληνικὸς διαφωτισμὸς ὁμοιάζει πρὸς τὸν γαλλικὸν μὲ τὴν ἑξῆς διαφορὰν: ἐνῶ δηλαδὴ ὁ εὐρωπαϊκὸς διαφωτισμὸς ἐξεκίνησεν ὡς ἀντικληρικαλισμὸς καὶ κατέληξε πλήρης καὶ ὰπερίφραστος ἀθεΐα τῆς γαλλικῆς ἐπαναστάσεως, εἰς τὴν Ἑλλάδα ὁ ἀντικληρικαλισμὸς προσέλαβε μὲν κατὰ καιροὺς χαρακτήρα ἀντιθέσεως πρὸς τὴν κρατοῦσαν Ἐκκλησίαν, δηλ. τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, ποτὲ ὅμως δὲν ἔφθασε μέχρι πλήρους ἀθεΐας, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι αἱ θετικαὶ ἐπιστήμαι ὑπεστηρίζετο ὅτι ἔπρεπε νὰ διδάσκωνται, ὄχι τόσον διὰ τὴν ἀπόκτησιν γνώσεων ἐκ μέρους τῶν διδασκομένων, ὅσον διὰ τὴν ἀπελευθέρωσίν των ἀπὸ τὰς σχέσεις των με θρησκευτικὰς δοξασίας καὶ τὴν δεισιδαιμονίαν, δηλαδὴ ἀποδοχὴ τοῦ δυτικοῦ ρασιοναλισμοῦ.
δ) Ἡ μεγάλη ὅμως διαφορὰ ἦτο εἰς τὸν κοινωνικὸν καὶ τὸν ἐθνικὸν τομέα. Ἐνῶ, δηλαδὴ, ὁ γαλλικὸς διαφωτισμὸς εἶχε χαρακτήρα κοινωνικῆς ἐξεγέρσεως, ἡ Ἑλλάς εἶχε τότε τὰ δικὰ της μεγάλα προβλήματα.
Ἐτέλει ὑπὸ δυνάστην, ἐτέλει ὑπό ζυγὸν καὶ ἔπρεπε νὰ ἀπελευθερωθῆ. Ὁ πόθος ὁ διάχυτος, ὁ μέγας τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ ἦτο ἡ ἀπελευθέρωσίς του, ἡ ἐθνικὴ του ἀποκατάστασις. Καὶ ἐδῶ ὁ νεοελληνικὸς διαφωτισμὸς προσέλαβε χαρακτήρα ὑποθάλψεως αὐτοῦ τοῦ πόθου. Δὲν προσέλαβε (καὶ ἐδῶ εἶναι τὸ γνωστὸν θέμα, ποὺ ὑποστηρίζουν οἱ ὀπαδοὶ τοῦ ἱστορικοῦ ὑλισμοῦ, ἄν ἡ ἑλληνικὴ ἐθνεγερσία εἶχε χαρακτήρα κοινωνικὸν καὶ ὄχι ἐθνικοαπελευθερωτικὸν ἤ, ἐνδεχομένως, μεικτὸν χαρακτήρα) τὸν ἴδιον χαρακτήρα μὲ τὸν δυτικὸν. Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον διεκήρυσσαν οἱ διαφωτισταὶ μας, ὁ Ρήγας Φεραῖος, φερ' εἰπεῖν, ὁ Κοραῆς κυρίως, ἦτο ἡ ἀπελευθέρωσις ἐκ τοῦ ξενικοῦ ζυγοῦ.
ε) Τέλος, ἕν ἄλλο κοινὸν χαρακτηριστικὸν μεταξύ τοῦ ἐγχωρίου καὶ τοῦ εὐρωπαϊκοῦ διαφωτισμοῦ ἦτο ἀναμφισβητήτως ὁ κλασσικισμὸς. Ὑπὸ τὴν ἔννοιαν τῆς στροφῆς πρὸς τὸ ἔνδοξον παρελθὸν, τὴν κλασσικὴν Ἑλλάδα, καὶ πρὸς τὰ ἔργα τῶν προγόνων. Αὐτοὶ ἐξέφραζον τὴν μεγάλην δόξαν τοῦ Γένους, τὴν ὁποίαν εἶχε κάθε δικαίωμα καὶ κάθε συμφέρον ὁ νεοέλλην, εἰς τὸν βαθμὸν ποὺ ἦτο κατατοπισμένος, καὶ ὁ βαθμὸς αὐτὸς ὑπῆρξε πολὺ μεγαλύτερος ἀπὸ ὅσο νομίζουν πολλοὶ, νὰ εἶναι ἰδιαιτέρως ὑπερήφανος διὰ τοὺς προγόνους. Ἡ στροφὴ - λοιπὸν - πρὸς τοὺς προγόνους καὶ πρὸς τὰς ἰδέας των, ὧν πρώτη ἡ δημοκρατία καὶ ἡ ἐλευθερία, ὁ κλασσικισμὸς δηλαδὴ, ὑπῆρξε χαρακτηριστικὸν τοῦ διαφωτισμοῦ.

Π.Α. Αὐτὸ συνεπαγόταν καὶ μία παράλληλη ὑποτίμηση τοῦ Βυζαντίου.

Γ.Γ. Σᾶς εὐχαριστῶ πάρα πολὺ διὰ τὴν προσθήκην. Ὄντως ὁ κλασσικισμὸς τοῦ νεοελληνικοῦ λεγομένου διαφωτισμοῦ προσέλαβε χαρακτήρα ἀγνοήσεως τοῦ Βυζαντίου. Καὶ καταφρονήσεως τοῦ Βυζαντίου. Ὁσάκις δηλαδὴ οἱ διαφωτισταὶ ὁμιλοῦν διὰ τὸ Βυζάντιον, ὁμιλοῦν ὑπὸ τὴν ἔννοιαν μίας ἐποχῆς μαύρης, σκοτεινῆς, ἀντιδραστικῆς, μίας ἐποχῆς δεσποτείας ἀσιατικῆς, ἡ ὁποία δὲν ἦτο καθόλου παράδειγμα πρὸς μίμησιν. Διὰ τοῦτο ὁ κλασσικισμὸς τοῦ διαφωτισμοῦ, εἴτε ἠγνόησε τὸ βυζάντιον τελείως εἴτε τὸ ἐμνημόνευε μὲν ἐν παρόδῳ, ἀλλὰ ὑπὸ ἔννοιαν καταφρονητικὴν.

Π.Α. Κλασσικὸ παράδειγμα θὰ ἔλεγα εἶναι ὁ Κοραῆς. Θὰ ἤθελα ὅμως κ. Γιαννόπουλε νὰ κάμω τὴν ἑξῆς παρατήρηση. Παρ' ὅλη τὴν ὑποτίμηση, οἱ διαφωτιστὲς, μὲ πρωταγωνιστὴ τὸν Ρήγα Φεραῖο, δὲν εἶχαν αὐτὴ τὴν στενὴ ἑλλαδοκεντρικὴ ἀντίληψη. Τὸ ὅτι ὁ Ρήγας ὠνειρευόταν μία κοινοπολιτεία βαλκανικῶν κρατῶν, δὲν εἶναι λίγο πρᾶγμα. Ὁ νεοελληνικὸς διαφωτισμὸς δὲν ἐνδιαφερόταν μόνον γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση ἑνὸς μικροῦ κομματιοῦ, ὅπως ἔγινε. Εἶχε μία προοπτικὴ οἰκουμενικώτερη, ὄχι τόσο στενόκαρδη. Αὐτὸ ποὺ οὐσιαστικὰ ἦταν ἡ αὐτοκρατορία τοῦ Βυζαντίου, ἀλλὰ ὑπὸ ἄλλην μορφὴν βέβαια.

Γ.Γ. Ἐδῶ, θὰ πρέπει νὰ διορθώσουμε κάτι. Αὐτὸ, τὸ ὁποῖον εἴπατε, ἦταν ὄντως ἡ ἰδεολογία τοῦ Ρήγα. Μία εὐρυτέρα γεωγραφικὴ θεώρησις τῶν πραγμάτων καὶ τοῦ Ἑλληνισμοὺ. Οἱ λοιποὶ διαφωτισταὶ καὶ ἰδίως ὁ πρύτανις τοῦ διαφωτισμοῦ Ἀδαμάντιος Κοραῆς, ἐφαντάζοντο (καὶ αὐτὸ ἦτο εὐθεία συνέπεια τοῦ κλασσικισμοῦ) γεωγραφικῶς τὴν μέλλουσαν νὰ ἀπελευθερωθῆ Ἑλλάδα ὡς τὸ τμῆμα ἐκ τοῦ τέως Βυζαντίου, τὸ ὁποῖον ἐντεστοίχει εἰς τὴν κλασσικὴν Ἑλλάδα. Τὴν πολυεθνικὴν πολιτείαν τοῦ Βυζαντίου δὲν τὴν ἤθελαν. Εἰς τὰ πλαίσια τοῦ κλασσικισμοῦ, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ἡ κυριωτέρα ἔκφρασις τῶν διαφωτιστῶν, τῶν διασημοτέρων, τουλάχιστον, καὶ τῶν σοφωτέρων ἐξ αὐτῶν, ἀπεκρούετο ἡ πολυεθνικὴ αὐτοκρατορία τοῦ Βυζαντίου ὡς ἀποτελοῦσα ἀλλοίωσιν τοῦ ἑλληνισμοῦ, τῆς ἑλληνικῆς ταυτότητας. Ἐφ' ὅσον ἐκεῖ ὑπῆρχον "Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ Ἐλαμίται", οἱ ὁποῖοι εἶχαν μὲν διαποτισθῆ μὲ τὰ νάματα τοῦ ἑλληνισμοῦ, διότι τὸ Βυζάντιον τὸ εἶχε φροντίσει, ὅσον ἠδυνήθη, καὶ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, ἀλλὰ, ἐν πάσῃ περιπτώσει, δὲν θὰ ἦτο δυνατὸν, νὰ θεωρηθοῦν καὶ ὡς Ἕλληνες.
(Συνεχίζεται)



ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΣ - ΚΛΑΣΣΙΚΙΣΜΟΣ
Οἱ ἐγχώριες ἀντιφάσεις
(κείμενο τοῦ κ. Γεωργίου Θ. Γιαννοπούλου)

Παρατίθεται κατωτέρω τὸ δεύτερον μέρος ἡμετέρας συνεντεύξεως, ἡ ὁποία εδόθη εἰς τὸν τηλεοπτικὸν σταθμὸν "ΛΥΧΝΟΣ" τῶν Πατρῶν τὴν 14ην Μαρτίου 1999. Συνομιλητὴς εἶναι ὁ ὑπεύθυνος τοῦ σταθμοῦ κ. Παναγιώτης Ἀνδριόπουλος, ἐμφαινόμενος ὑπὰ τὰ ἀρχικὰ Π.Α. Τὸ πρῶτον μέρος τῆς συνεντεύξεως αὐτῆς κατεχωρίσθη εἰς τὸ προηγούμενον 53ον φύλλον τῆς Πολιτικῆς - Φιλολογικῆς.

Γ.Γ. Εἰς τὸ σημεῖον αὐτὸ θὰ ἤθελα νὰ διαβάσω ἕνα μικρὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν "Ἑλληνικὴν Νομαρχίαν" τοῦ Ἀνωνύμου τοῦ Ελληνος, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται καὶ αὐτὸς ὡς εἷς ἐκ τῶν διαφωτιστῶν, ἄν μὴ ὁ κυριώτερος:
"Αἱ ἐπιστῆμαι, ὅπου πρότερον ἤνθιζον, ἄρχισαν νὰ μαρανθῶσι (=ἀναφέρεται εἰς τὸ Βυζάντιον), τὰ σχολεῖα ἐσφραγίσθησαν, οἱ διδάσκαλοι ἐμωράνθησαν καὶ ἡ ἀλήθεια μὲ τὴν φιλοσοφίαν ἐξωρίσθησαν (=ὡς φιλοσοφίαν ἐννοεῖ τὰς θετικὰς ὲπιστήμας), ἄλλο βιβλίον δὲν εὑρίσκετο, εἰ μὴ τὰ πονήματα τῶν ἱερέων καὶ οἱ ταλαίπωροι Ἕλληνες, ἀγκαλὰ καὶ φιλελεύθεροι, ἐστερημένοι ὅμως ἀπὸ τὸ φῶς τῆς φιλοσοφίας, ἔγιναν σχεδὸν δοῦλοι, μεμεθυσμένοι ἀπὸ τὴν ἀμάθειαν καὶ τὴν δεισιδαιμονίαν".
Αὐτὸ ἦτο τὸ Βυζάντιον εἰς τὰ ὄμματα τῶν διαφωτιστῶν.

Π.Α. Ἐνῶ, ἡ ἀλήθεια ἦτο τελείως διαφορετικὴ. Τὸ Βυζάντιον, παρ' ὅτι ἔθνησκε, εἶχε νὰ ἐπιδείξη μία πνευματικὴ ἀναγέννηση, τὴν λεγομένην Παλαιολόγεια ἀναγέννηση, ταυτόχρονα δὲ εἴχαμε καὶ ἕνα ἄλλο σπουδαῖο θέμα: τὴν αὔξηση τῆς πνευματικῆς ἐπικρατείας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Παρ' ὅτι ἔφθινε ἡ Αὐτοκρατορία, ἡ πνευματικὴ ἐπικυριαρχία τοῦ Πατριαρχείου ἔφθανε μέχρι τὴν Ρωσία. Αὐτὸ ὅμως ποὺ ἔχει σημασία κ. Γιαννόπουλε, εἶναι νὰ μᾶς πῆτε, γιατὶ δὲν συμμερίζεσθε τὸν ὅρο "νεοελληνικὸς διαφωτισμὸς". Μήπως ἔχετε νὰ προτείνετε κάποιον ἄλλο ὅρο, ὁ ὁποῖος νὰ σχετίζεται μὲ τὴν Ἀναγέννηση;

Γ.Γ. Ὁ ὅρος νεοελληνικὸς διαφωτισμὸς εἶναι ἐφεύρημα τοῦ Δημαρᾶ καὶ τοῦ Παπανούτσου. Καὶ τῶν ἐπιγόνων των.

Π.Α. Πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι ἔχει υἱοθετηθῆ πλήρως. Ἔχω μπροστὰ μου τρία βιβλία μὲ τὸν τίτλον αὐτόν, τοῦ Δημαρᾶ, τοῦ Κονδύλη, τοῦ Κιτρομηλίδη.

Γ.Γ. Ὅχι μόνον τὰ βιβλία, τὰ ὁποῖα ἔχετε ἐπιμελῶς συλλέξει, ἀλλὰ, τὶ διαβάζουν τὰ παιδιὰ μας κατὰ τὰ τελευταῖα χρόνια, ἰδίως αὐτὰ, ποὺ προτίθενται νὰ δώσουν ἐξετάσεις διὰ τὰ ἀνώτατα ἐκπαιδευτικὰ ἰδρύματα. Ὁλόκληρο κεφάλαιον μὲ περισσὴν ἔμφασιν εἰς τὸν λεγόμενον νεοελληνικὸν διαφωτισμὸν. Ἐπομένως, θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ θεωρηθῆ ὡς "αἰθεροβάμων", ἐὰν θὰ ἤθελε νὰ εἰσηγηθῇ κάτι ἄλλο ἐπὶ τοῦ θέματος. Ἐγώ, ἐν πάσῃ περιπτώσει, δὲν συμφωνῶ μὲ τὸν ὅρον.
Ἡ περίοδος εἰς τὴν ὁποίαν ἀναφέρονται, ἀπό τὸ 1750 ἕως τὸ 1821, ἑβδομήκοντα περίπου ἔτη πρὸ τῆς ἐθνεγερσίας (μετὰ τὴν συνθήκην τοῦ Κιουτσούκ Καϊναρτζῆ), ὑπῆρξε ὄντως περίοδος ἀνθήσεως διὰ τὸν στενάζοντα ὑπὸ δουλείαν ἑλληνισμὸν. Ἔγιναν πάρα πολλὰ, ὑπῆρξαν ἤ ἐδημιουργήθησαν τυπογραφεῖα, ἐκδόσεις ὧν οὐκ ἔστιν ἐριθμὸς, μεταφράσεις ἀρχαίων κειμένων, κλπ.
Παρὰ ταῦτα ἡ, ἴσως, ἐξ αὐτοῦ τοῦ λόγου, φρονῶ ὅτι ἡ περίοδος θὰ ἔπρεπε νὰ ὀνομάζεται "νεοελληνικὴ Ἀναγέννησις". Ὁ ὅρος αὐτὸς νομίζω ὅτι ἀποδίδει πιστῶς τὴν τότε ἐπικρατήσασαν κατάστασιν, κατάστασιν ἀνθήσεως οἰκονομικῆς καὶ πνευματικῆς. Νεοελληνικὴ, λοιπόν, ἀναγέννησις καὶ ὄχι νεοελληνικός διαφωτισμός.

Π.Α. Γιατὶ αὐτὸ γιὰ τοὺς Ἕλληνες σημαίνει ὅτι μέχρι τότε ἦσαν τυφλοὶ...

Γ.Γ. Πάρα πολὺ σωστὰ. Μὰ, ἔτσι τοὺς θεωροῦν. Ἡ χορεία τῶν λογίων τοὺς ὁποίους ἐμνημόνευσα, κορυφαίων λογίων (Δημαρᾶς, Παπανοῦτσος, κλπ.), ποὺ ἔγιναν οἱ κυρίαρχοι τῆς παιδείας μας, ἔτσι ἐθεώρουν τὴν περίοδον αὐτὴν, ὡς περίοδον σκοταδιοῦ, ἀμαθείας, ἐκπαιδεύσεως εὑρισκομένης εἰς μίαν κατάστασιν ἀφελῆ ἕως σκοταδιστικὴν, μὲ ἐμμονὴν καὶ προσήλωσιν εἰς τὰ ἐκκλησιαστικὰ Γράμματα ἤ τὴν στενὴν γραμματολογικὴν παιδείαν. Δηλαδὴ, αὐτὸ ποὺἔσωσε τὸ ἔθνος, αὐτὸ ποὺ ἔσωσε τὸ Γένος τῶν Ἑλλήνων: τὴν διδασκαλίαν τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης, τῆς γλώσσης μας, εἰς τὴν ὁποίαν ἔδιδαν ἔμφασιν οἱ διδάσκαλοι τοῦ Γένους τῶν δύο - τριῶν παλαιοτέρων αἰώνων.
Αὐτὸ, λοιπὸν, τὸ καταφρονοῦν. Λέγουν ὅτι παιδεία, ἡ ὁποία τόσον στενὰ ἀποβλέπει εἰς τὴν γραμματολογικὴν ἐκπαίδευσιν, δὲν μπορεῖ νὰ θεωρηθῇ παιδεία καὶ, κατὰ πᾶσαν περίπτωσιν, δὲν θὰ μποροῦσε ποτὲ ἔτσι ὁ ἑλληνικὸς λαὸς νὰ μυηθῇ εἰς τὰ νάματα τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πνεύματος. Εἴπαμε ἤδη ὅτι, ὅταν λέγῃ ὁ Κοραῆς "φιλοσοφία" (καὶ χρησιμοποιεῖ τὸν ὅρον πολὺ συχνὰ), ἐννοεῖ τὰς θετικὰς ἐπιστήμας, μαθηματικὰ, φυσικῆν κλπ. Ἰδίως ἡ φυσικὴ εἶχε θεωρηθῆ τότε ὡς μῦθος.
Ἀλλὰ ἐδῶ θὰ ὑψώσω φωνὴν μεγάλην κ. Ἀνδριόπουλε καὶ θὰ πῶ ὅτι, ἄν ἐπεβίωσε τὸ Γένος τῶν Ἑλλήνων, δὲν ἐπεβίωσε χάρις εἰς τὴν φυσικὴν· οὔτε χάρις εἰς τὴν γεωγραφίαν, πολλοῦ γε καὶ δεῖ· εἶναι ἀστεῖον καὶ νὰ λέγεται αὐτὸ. Ἐπεβίωσε χάρις εἰς τὴν διδασκαλίαν τῆς γλώσσης, ποὺ εἶναι ἕν ἐκ τῶν στοιχείων, διὰ νὰ μὰ εἴπω τὸ κυριώτερον, τῆς ἐθνικῆς μας παραδόσεως. Kαὶ τῆς ἐθνικῆς μας ταυτότητος. Τὸ ἕτερον στοιχεῖον εἶναι βεβαίως ἡ θρησκεία τοῦ λαού μας, ἡ Ὁρθοδοξία.

Π.Α. Θὰ ἔλεγα ὅτι θεραπαινίς αὐτῆς τῆς διδασκαλίας τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης ἦτο ἡ Ἐκκλησία.

Γ.Γ. Βεβαιότατα. Κατὰ κυριώτατον λόγον. Ὄχι μόνον διότι οἱ πλεῖστοι ἐκ τῶν διδασκάλων τοῦ Γένους ὑπῆρξαν κληρικοί, ἄλλὰ καὶ ὡς ἐκ τῶν ἀκουσμάτων τοῦ λαοῦ μας, ὡς ἐκ τῆς συμμετοχῆς του εἰς τὰ δρώμενα εἰς τὴν ἐκκλησίαν. Ὁ λαὸς ἤκουε τὴν λειτουργίαν καὶ, ἔστω καὶ ἅν δὲν τὴν κατενόει πλήρως, ἡ παράδοσις ἡ γλωσσικὴ ἔφθανε στὰ αὐτιὰ τοῦ ὑποδούλου.

Π.Α. Εἶναι ἔτσι, καὶ θὰ ἐλέγαμε ὅτι οἱ κληρικοὶ ἦσαν διδάσκαλοι τοῦ Γένους, ἀλλὰ σαν καὶ αὐτοὶ, οἱ ὁποῖοι ἀπετέλεσαν τοὺς βασικοὺς ἐκπροσώπους τοῦ λεγομένου νεοελληνικοῦ διαφωτισμοῦ.

Γ.Γ. Βεβαίως. Ὑπῆρξαν κληρικοὶ διαπρεπέστατοι ἐκπρόσωποι τοῦ διαφωτισμοῦ. Ὅμως ἐδῶ πρέπει νὰ τονίσωμε τὸ ἐξῆς. Διότι εἴπαμε ὅτι ὑπῆρξαν ἀντιφάσεις, ὅτι δηλαδὴ ὁ ἐγχώριος διαφωτισμὸς ἤ, ἴσως, ὁ ὅρος νεοελληνικὸς διαφωτισμὸς παρουσιάζει ἀντιφάσεις. Ἔγιναν δηλαδὴ ὡρισμέναι δογματικαὶ σχηματοποιήσεις καὶ ὅ,τι εἶναι δογματικὸν -ὄχι εἰς τὸν ἐκκλησιαστικὸν χῶρον- εἰς τὸν τομέα τοῦ πνεύματος, θὰ πρέπει ἐκ προοιμίου νὰ δημιουργῇ ὑπονοίας περὶ τῆς ὀρθότητός του. Ἤτοι:
Διαφωτισμὸς, ἴσον: Δημώδης παράδοσις καὶ γλῶσσα, ἔμφασις εἰς τὰς θετικὰς ἐπιστήμας, ἔμφασις εἰς τὰς νεοκόπους πολιτικὰς ἀρχὰς τῆς γαλλικῆς ἐπαναστάσεως καὶ ἰδίως εἰς τὴν ἰδέαν τῆς δημοκρατίας.
Κλασσικισμὸς, ἐξ ἀντιθέτου,ἴσον: Λογία παράδοσις καὶ γλῶσσα, συντηρητισμὸς, ἀρχαιολατρεία, καὶ ἐμμονὴ εὶς τὴν στενὴν γραμματολογικὴν ἐκπαίδευσιν.
Αὐταὶ αἱ σχηματοποιήσεις μπορεῖ νὰ περιέχουν ὡρισμένα στοιχεῖα ἀληθείας, ἀλλ' οὕτω γενικῶς διδασκόμεναι εἶναι αὐθαίρετοι. Διότι ὑπῆρξαν διαφωτισταὶ, οἱ κορυφαίοι ἐκ τούτων, οἱ ὁποῖοι ὑπῆρξαν ὀπαδοὶ τῆς λογίας παραδόσεως, οἱ ὁποῖοι ὑπῆρξαν ἀρχαϊσταὶ. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Κοραῆν, ὁ ὁποῖος -ὡς γνωστὸν- ἠκολούθησε τὴν μέσην ὁδὸν εἰς τὸ γλωσσικὸν, ὁ Εὐγένιος Βούλγαρης ἦτο ἀρχαϊστὴς ὁ Νικηφόρος Θεοτόκης, περίπου ὡς ὁ Εὐγένιος Βούλγαρης, ὁ Λάμπρος Φωτιάδης, ὁ ένδοξος διδάσκαλος τοῦ Γένους, μαζὶ μὲ τὸν Γρηγόριον Κωνσταντᾶν, ὑπῆρξεν ἀρχαϊστὴς, ὁ Κων/νος Οἱκονόμος ἐξ Οἱκονόμων, ὁ μέγιστος τῶν Θεολόγων τοῦ 19ου αἰῶνος, ἐξεκίνησεν ὡς ὀπαδὸς τοῦ Κοραὴ, ὡς νεωτεριστὴς θὰ ἐλέγομεν, καὶ κατέληξε προϊόντος τοῦ χρόνου εἰς ἀρχαϊστὴν.

Π.Α. Ξέρετε, οἱ κληρικοὶ τοὺς ὁποίους ἐμνημονεύσατε καὶ οἱ σὺν αὐτοὶς, ὅπως ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Αγιορείτης, ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος (οἱ Κολλυβάδες), οἱ ὁποῖοι καὶ αὐτοὶ εἶναι μέσα στὸ παιγνίδι τῆς περιόδου, εἶχαν τὴν ἐξῆς πρωτοπορία νὰ σημειώσουν: ἀρχαϊστὲς, ἀλλὰ ἐν ταυτῷ καὶ μεταφραστὲς εἰς τὴν κοινὴν φράσιν πολλῶν κειμένων, γιὰ νὰ γίνουν προσιτὰ στὸ λαὸ. Ἡ Ἐκκλησία, δηλαδὴ, τὴν περίοδο ἐκείνη εἶχε λύσει τὸ πρόβλημα τῆς γλώσσης, διατηρώντας τὴν γλῶσσα τῆς λατρείας ἀναλλοίωτον καὶ ταυτόχρονα δίδοντας στὸ λαὸ κάποια ἐκλαϊκευμένα ἔργα, π.χ. ὁ Νικηφόρος Θεοτόκης τὸ Κυριακοδρόμιον καὶ ἄλλα ἔργα, τὰ ὁποῖα μέχρι πρόσφατα διαβάζονταν στὶς Μονὲς τοῦ Ἁγίου ὅρους. Νόμιζες ὄντως ὅτι ζῆς στὸν 18ον καὶ 19ον αὶῶνα. Εἶχαν λύσει μερικὰ τέτοια θέματα λαμβάνοντας "ὑπ' ὄψιν τὶς ἀνάγκες τοῦ λαοῦ. Ὁ Εὐγένιος Βούλγαρης ἤξερε πάρα πολὺ καλὰ τὴν ἀρχαία γλῶσσα, ἀλλ' ἐν ταυτῷ μποροῦσε νὰ μιλήσῃ καὶ νὰ γράψῃ ἁπλά, γιὰ νὰ γίνη κατανοητὸς. Γι' αὐτὰ ποικίλλουν μερικὰ κείμενα τοῦ Βούλγαρη.

Γ.Γ. Μὰ, τὰ πνευματικὰ ζητήματα δὲν εἶναι ποτὲ μαῦρο - ἄσπρο. Ἡ ἀλήθεια εὑρίσκεται κάπου εἰς τὴν συναίρεσιν, κάπου εἰς τὸ μέσον. Θὰ ἔπρεπε ὅμως νὰ παρατηρηθῇ ὅτι ἡ δημώδης γλῶσσα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καὶ τῶν Πατέρων, ποὺ ἀνεφέρατε, εἶναι περίπου ἡ σημερινὴ καθαρεύουσα. Ἡ δὲ γλῶσσα τοῦ Κοραῆ, ἡ ὁποία εἴπομεν ἦτο ἡ μέση ὁδὸς (διὰ τοῦτο καὶ ἐπεκρίθη ἐκ τῶν ἀρχαϊστῶν καὶ ἐκ τῶν δημοτικιστῶν τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καὶ τῶν σημερινῶν ψυχαριστῶν), εἶναι ἀνειμένη καθαρεύουσα εἰς ὡρισμένα σημεῖα. Μπορεῖ νὰ χρησιμοποιῇ μερικοὺς ὅρους τῆς δημώδους γλώσσης τῆς ἐποχῆς, τὸ "ὀποῦ", τὸ "ἀγκαλὰ", ἀλλὰ γενικῶς ἡ γλῶσσα καὶ ἡ χροιὰ τῆς γλώσσης του, θὰ ἐλέγομεν ὅτι ὁμοιάζει πρὸς τὴν σημερινὴν καθαρεύουσαν.

Π.Α. Κύριε Γιαννόπουλε νὰ ἔλθουμε σ' αὐτὸ, ποὺ εἴπαμε προηγουμένως, στὴ στάση δηλαδὴ τῆς Ἐκκλησίας ἔναντι τοῦ νεοελληνικοῦ διαφωτισμοῦ.
Ἐδῶ πιὰ οἱ ἐπικρίσεις γιὰ τὴ στάση τῆς Ἐκκλησίας καὶ δὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ὑπῆρξαν δριμύτατες. Ἡ Ἐκκλησία ἐτήρησε μία στάση εχθρικὴ -ὅπως ἐκ πρώτης ὄψεως μοιάζει- πρὸς τὸ ρεῦμα τοῦ νεοελληνικοῦ διαφωτισμοῦ. Ἀναφέρομαι στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ τὶς ἐγκυκλίους τοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου Ε'. Ἔρχισε ἕνας πόλεμος μεταξὺ Πατριαρχείου καὶ διαφωτισμοῦ, παρ' ὅτι -ὅπως εἴπαμε- οἱ περισσότεροι διαφωτιστὲς ἦσαν κληρικοὶ. Νὰ μᾶς πῆτε τὰ πράγματα, πὼς ἔχουν.

Γ.Γ. Ὀρθότατα ἔχετε συλλάβει τὸ θέμα. Ὑπῆρξε μεγάλη πολεμικὴ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας, δηλ. κατὰ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, εἰς τὸ ὁποῖον κατελόγιζον, ἐκτὸς τῆς στάσεώς του ἔναντι τῶν ἰδεολογημάτων τοῦ διαφωτισμοῦ, καὶ διώξεις διαφωτιστῶν, ὅπως ὑπῆρξαν ὁ Μεθόδιος Ἀνθρακίτης, ὁ Βενιαμήν ὁ Λέσβιος καὶ ὁ Ἰώσηπος Μοισιόδαξ. Ἐδιώχθησαν ὑπὸ τὴν ἔννοιαν ὅτι ἀφωρίσθησαν καὶ ὑπεχρεώθησαν νὰ ζητήσουν συγγνώμην ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖον, τὸ ὁποῖον βεβαίως τοὺς τὴν προσέφερε.
Ὄντως ἡἘκκλησία ἐτήρησεν ἔναντι αυτοῦ τοῦ κύματος, τὸ ὁποῖον ὀνομάζομεν συμβατικῶς νεοελληνικὸν διαφωτισμὸν, μίαν στάσιν, ἡ ὁποία ἐκυμαίνετο μεταξὺ ἐπιφυλάξεως καὶ πλήρους ἀντιθέσεως, ἕως ἐχθρότητος. Γιατὶ ὅμως; Διότι, ὅπως εἴπαμε ἤδη, ὁ γαλλικὸς διαφωτισμὸς καὶ ἡ ἀπότοκος αὐτοῦ γαλλικὴ ἐπανάστασις συνεδυάσθησαν μὲ τὴν ἀθεΐαν, διεσάλπισαν τὴν ἀθεΐαν. Τὸ Πατριαρχεῖον ἀπεκάλει τοὺς Ναπολεοντείους Γάλλους ἀθέους Βοναπαρτιστὰς οὐχί ἀδίκως καὶ οὐχί ἀβασίμως.
Ἡ γαλλικὴ ἐπανάστασις διέδωσε βεβαίως τὰς ὑψηλὰς ἀρχὰς τῆς ἐλευθερίας, τῆς αὐτοδιαθέσεως καὶ τῆς δημοκρατίας, διέδιδεν ὅμως ἐν ταυτῷ τὴν ὑλοκρατίαν τῆς Δύσεως, τὴν αἰσθησιαρχίαν τῆς Δύσεως, ποὺ ἦτο συνώνυμος τῆς ὑλοκρατίας, καὶ, προπαντὸς, τὴν κυριαρχίαν τοῦ ὀρθοῦ λόγου, ἡ ὁποία ἦτο ἡ ἀθεΐα.
Τὸ Πατριαρχεῖον δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ ἀνεχθῇ αὐτὴν τὴν κατάστασιν.

Π.Α. Σημειωτέον ὅτι ὁ λαὸς ὑπέφερεν ἀπὸ ἀπαιδευσίαν, ἄρα ἦταν πολὺ εὐάλωτος στὸ νὰ ἐνστερνισθῇ εὐκολα αὐτὲς τὶς ἰδέες, οἱ ὁποῖες θὰ μποροῦσαν νὰ τὸν βγάλουν ἀπὸ τὴν παράδοσή του. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι τὸ Πατριαρχεῖο εἶχε ηὐξημένη εὐθύνη ἔναντι αὐτῆς τῆς καταστάσεως (καὶ παρακαλῶ νὰ μὲ διορθώσετε, ἄν κάνω λάθος), τὴν ὁποίαν ἐκλήθη νὰ ἀντιμετωπίση ριζικὰ.

Γ.Γ. Τὸ Πατριαρχεῖον δὲν ἦτο μόνον ἡ θρησκευτικὴ Ἀρχὴ, ἡ θρησκευτικὴ κορυφὴ τοῦ Γένους. Ὑπῆρξε καὶ ἡ ἐθνικὴ κορυφὴ. Ἦτο ἐθναρχοῦν Πατριαρχεῖον ἤ ἐθναρχοῦσα Ἐκκλησία. Ἔβλεπε λοιπὸν ὅτι ὁ ὑπόδουλος Ἕλλην, ὁ ραγιᾶς, εἶχε ἐπάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι του αὐτὴν τὴν φοβερὰν δουλείαν, ποὺ δὲν ἔχει τὸ ὁμοιόν της, καὶ, ἐάν ἀπάθαινε ἕνα ἄλλο δεινὸν, δηλαδὴ νὰ ἀποβάλη τὴν πίστιν τῶν πατέρων του, θὰ ἦτο χαμένος. Δὲν θὰ ὑπῆρχε Ἑλληνισμός, δὲν θὰ ὑπῆρχε ἑλληνικὸν ἔθνος σήμερα, ἐάν ἐπεκράτουν αἱ ἰδέαι αὐταὶ.
Βέβαια, οἱ διαφωτισταί δὲν διεκήρυσσαν εὐθέως ἀθεΐαν. Δὲν διεκήρυσσαν εὐθέως ἀθεϊστικὰ δόγματα. Ὅμως, αὐτὴ ἡ ἐπιμονὴ των νὰ διδάσκουν τὰς φυσικὰς ἐπιστήμας, τὰ μαθηματικὰ, τὴν φυσικὴν, ποὺ κατὰ κάποιον τρόπον ἀκόμη καὶ σήμερα -ὄχι πάντα βεβαίως (πρὸς Θεοῦ!)- ἡ μύησις εἰς τὰς ἐπιστήμας αὐτὰς ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ἀθεΐαν, σκεφθεῖτε τότε, ποὺ εἴχαμε νὰ κάμωμε μὲ ἕνα ὰπαίδευτον Γένος, τὸ ὁποῖον μποροῦσε -τὸ εὺκολώτερον πρᾶγμα θὰ ἦτο- νὰ ἀποβάλῃ τελείως τὰ συστατικὰ τῆς ψυχῆς του, διὰ νὰ ἀκολουθήσῃ τὰ δόγματα καὶ τὰς ἀπράγμονας θεωρίας τοῦ γαλλικοῦ διαφωτισμοῦ.
Θὰ πρέπει νὰ τονίσωμεν κὰ κάτι ἄλλο. Αὐτὴ ἡ ἀποθέωσις τῶν φυσικῶν επιστημῶν (ἐπαναλαμβάνω ὅτι ὁ Π. Κανελλόπούλος λέγει ὅτι ἀπεθεώθη ὁ ὀρθὸς λόγος) δὲν ἐπισφραγίζεται ἐκ τῶν πραγμάτων. Τὰ δόγματα τῶν ἐπιστημῶν σήμερα ὑπάρχουν καὶ αὔριο καταλύονται.

Π.Α. Ἐδῶ, ἐπάνω στὴν κουβέντα, ἦλθε μιὰ παρατήρησις, τοῦ κ. Δημ. Κάββουρα, ἡ ὁποία λέγει ὅτι:
"Ἡ ἔμφασις ποὺ ἐδόθη ἀπὸ τοὺς διαφωτιστὰς στὴν διδασκαλία τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν ἔγινε μὲ σκοπὸ τὴν διάδοση γνώσεων καὶ τὴν ἐξάλειψη δεισιδαιμονιῶν. Ἀπόδειξις ὅτι τὶς θετικὲς ἐπιστῆμες εἰσήγαγαν στὸ πρόγραμμα τῶν μαθημάτων καὶ κληρικοὶ, ὅπως ὁ Νεόφυτος Βάμβας, ὁ Εὐγένιος Βούλγαρης, κλπ. δὲν ἔγινε δηλ. μὲ πνεῦμα, ποὺ ἔγινε στὴ γαλλικὴ ἐπανάσταση, ὅταν οἱ θετικὲς ἐπιστῆμες ἐναντιώθηκαν στὴν Ἐκκλησία".
Αὐτὸ, εἶναι ὄντως ἔτσι. Δηλαδὴ ἡ Ἐκκλησία δὲν ἦταν ἀρνητικὴ στὴν εἰσαγωγὴ τῶν μαθημάτων τῶν θετικῶν επιστημῶν.

Γ.Γ. ἡ παρατήρησις τοῦ φίλου, ποιητοῦ, Δημήτρη Κάββουρα δίδει ἔναυσμα εἰς γόνιμον συζήτησιν. Ὑπῆρξαν ὄντως -τὸ εἴπομεν ἤδη- πάρα πολλοὶδιαφωτισταὶ κληρικοὶ, ἀνώτεροι κληρικοὶ, παρὰ τὰ γεγονὰς ὅτι αὐτὴν τὴν μετακένωσιν τοῦ δυτικοῦ ρασιοναλισμοῦ στὴν Ἑλλάδα, δὲν τὴν ἐκήρυξαν τόσον κληρικοὶ. Τὴν ἐκήρυξεν ὁ Κοραῆς, ἀλλὰ καὶ πρὸ τοῦ Κοραῆ (αὐτὸ ἀγνοεῖται ἤ παρασιωπᾶται) ἕνας μεγάλος λόγιος τοῦ 17ου αἰῶνος, ὁ Θεόφιλος Κορυδαλλεὺς, ὁ ὁποῖος ἦτο ἀριστοτελικὰς φιλόσοφος. Αὐτὴν τὴν μετακένωσιν, λοιπὸν, δὲν τὴν ἐδίδασκον τόσον οἱ ἐκ τῶν διαφωτιστῶν κληρικοὶ, ὅσον οἱ ἄλλοι, φέρ' εἰπεῖν ὁ Κούμας, ὁ ὁποῖος ἐδίδαξεν εἰς τὴν Σμύρνην τὰς θετικὰς ἐπιστήμας καὶ ὑπερημύνετο αὐτῶν. Ἀλλὰ, ἄν ἡ Ἐκκλησία ὑπῆρξεν ἀρνητικὴ, καὶ ὄχι πάντα, κατὰ καιροὺς, αὐτὸ ὠφείλετο, ὄχι εἰς τὸ ὅτι παρεγνώριζε τὴν σημασίαν καὶ τὴν παιδευτικὴν ἀξίαν τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν, ὅσον διότι ἐθεώρει ὅτι θὰ ἠμποροῦσε κατ' ἀποτέλεσμα νὰ μειωθῇ ἡ εὐλάβεια καὶ ἡ θρησκευτικὴ πίστις τῶν Ἑλλήνων. Ἡ ὁποία ἔπρεπε νὰ διαφυλαχθῇ ὡς κόρη ὀφθαλμοῦ. Καὶ ἡ ὁποία εἶναι εὐτύχημα, διότι διεφυλάχθη.
(Συνεχίζεται)







ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΣ - ΚΛΑΣΣΙΚΙΣΜΟΣ
Οἱ ἐγχώριες ἀντιφάσεις
(κείμενο τοῦ κ. Γεωργίου Θ. Γιαννοπούλου)

Παραθέτομεν κατωτέρω τὸ τρίτον καὶ τελευταῖον μέρος τῆς συνεντεύξεώς μας τῆς δοθείσης εἰς τὸν τοπικὸν τηλεοπτικὸν σταθμὸν "ΛΥΧΝΟΣ" τὴν 14ην Μαρτίου 1999. Συνομιλητὴς μας εἶναι ὁ υὑπεύθυνος τοῦ σταθμοῦ κ. Παναγιώτης Ἀνδριόπουλος, ἐμφαινόμενος κατωτέρω ὑπό τὰ ἀρχικὰ Π.Α. Τὁ πρῶτον καὶ δεύτερον μέρος τῆς συνεντεύξεως αὐτῆς κατεχωρίσθησαν εἰς τὰ προηγούμενα φύλλα (53ον καὶ 54ον) τῆς Πολιτικῆς - Φιλολογικῆς.

Π.Α. Ξέρετε κ. Γιαννόπουλε, εἶναι γνωστὸ ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἕνα πνεῦμα, θὰ ἐλέγαμε, κριτικὸ ἀπέναντι σὲ κάθε τὶ τὸ καινούργιο. Αὐτὸ δὲν ἀπορρέει ἀπὸ μία στείρα δυσπιστία, ἀλλά, ἐπειδὴ θέλει νὰ "κοσκινίση" τὸ ἄχυρο ὰπὸ τὸ στάρι, ἔχει τὴν ὑποχρέωση νὰ εἶναι κριτικὴ. Καὶ ἐπειδή μιλᾶμε γιὰ τὸν κλασσικισμὸ, θὰ ἤθελα ἐδῶ νὰ κάμω μία παρατήρηση (ποὺ τὴν κάνει καὶ ὁ μακαρίτης πιὰ Π. Κονδύλης), ἐν σχέσει μὲ τὴν στάση τοῦ Εὐγενίου Βούλγαρη ἔναντι τοῦ πλατωνισμοῦ, ἔναντι, δηλ., ὅλης τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς φιλοσοφίας. Λέγει λοιπὸν ὁ Βούλγαρης στὴ Λογικὴ του ὅτι προτίθεται νὰ φιλοσοφήση "κριτικὰ", ὄχι νὰ προσκολληθῇ ἀποκλειστικὰ στὸν Ἀριστοτέλη ἤ τὸν Πλάτωνα. Ὁ φόβος, λοιπὸν, τῆς προσκολλήσεως τῶν νέων Ἑλλήνων, θαμπωμένων ἀπὸ τὶς θετικὲς ἐπιστήμες σὲ αὐτὲς, ἦταν ποὺ ἐκίνησε τὸ Πατριαρχεῖο νὰ εἶναι δύσπιστο ἔναντι αὐτῶν. Δὲν ξέρω, ἄν συμφωνῆτε.

Γ.Γ. Συμφωνῶ. Καὶ προσθέτω ἵτι ἐνίοτε ὑπῆρξαν καὶ ἀκρότητες εἰς τὸ θέμα αυτὸ, οἱ ὁποῖες δὲν μποροῦν νὰ ὰποσιωπηθοῦν. Φερ' εἰπεῖν, ὑπῆρξαν διώξεις, θρησκευτικαὶ διώξεις, δὲν τοὺς ἀνέβασαν ἐπὶ τῆς πυρᾶς, ἀλλὰ ὑπῆρξαν διώξεις, μία δυσμένεια τῆς Ἐκκλησίας, ἐνδεχομένως καὶ ἀφορισμοὶ, ὡρισμένων διαφωτιστῶν: τοῦ Ἰωσήπου Μοισιόδακος, τοῦ Μεθοδίου Ἀνθρακίτου, τοῦ Βενιαμήν τοῦ Λεσβίου, καὶ ἄλλων, οἱ ὁποῖοι ὄντως ἐδιώχθησαν πνευματικῶς. Διότι ὁ ἀφορισμὸς εἶναι πνευματικὴ δίωξις. Δὲν εἶναι ἐξόντωσις βιολογικὴ. Ἐν συνεχείᾳ, ἐδόθησαν ἐεξηγήσεις καὶ ἀποκατεστάθησαν καὶ αὐτοὶ. Ὅπως ἐπίσης ὑπῆρξαν καὶ ὡρισμένοι ἐκ τῶν τότε διαπρεπῶν κληρικῶν μας, ὅπως ὁ Ἀθανάσιος ὁ Πάριος καὶ ὁ Πατριάρχης Γρηγόριος ὁ Ε', οἱ ὁποῖοι ἐξεπροσώπουν τὴν πλέον αὐστηρὰν γραμμὴνἐπὶ τοῦ θέματος. Ἔβλεπαν δηλαδὴ ὅτι αὐτὴ ἡ κατ' ἀποκλειστικότητα μύησις εἰς τὰς θετικὰς ἐπιστήμας δὲν ἀπεσκόπει τόσον εἰς τὴν πρόσκτησιν γνώσεων, διότι αὐτὸ εἶναι ἐπαινετὸν, αυτὸ εἶναι ἅγιον, ὅσον εἰς τὴν διαμόρφωσιν ἀντιθρησκευτικοῦ φρονήματος τῶν Ἑλλήνων. Καὶ αὐτὸ, δὲν θὰ μποροῦσε ἡ Ἐκκλησία νὰ τὸ ἀνεχθῇ. Δηλαδὴ θὰ διέπραττε παράβασιν καθήκοντος, θὰ ἐλέγομεν σήμερον, ἡ Ἐκκλησία.

Π.Α. Ἥθελα νὰ πῶ τὸ ἐξῆς. Ὁ τελευταῖος Πατριάρχης τοῦ Βυζαντίου, ὁ Γεννάδιος Σχολάριος, ἦταν αὐτὸς ποὺ ἔκαυσε τοὺς νόμους τοῦ Πλάτωνος...

Γ.Γ. Καὶ τὰ ἔργα τοῦ Πλήθωνος.

Π.Α. Νομίζω ὅτι ἔχομεν ἀναλογίαν εἰς τὴν στάσιν τοῦ Γρηγορίου Ε' καὶ τῶν ἄλλων πατριαρχῶν. Ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ ὄντως μερικὲς φορὲς νὰ υἱοθέτησε κάποια αὐστηρὴ στάση, ἄλλ' αὐτὴ ἡ αὐστηρότης ἐνέκειτο ἀκριβῶς στὴν πρόνοιά της γιὰ τὴν διαφύλαξη τῆς ὀρθοδόξου πνευματικότητος τοῦ ποιμνίου.

Γ.Γ. Ἔτσι τουλάχιστον πιστεύω ἐγώ.

Π.Α. Εἶναι ὄντως ἔτσι. Διότι τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, ποὺ ἦταν καθαρὰ πνευματικὸ καὶ ὀρθοδοξοπατερικὸ, εἶχε ἀκριβῶς αὐτὸν τὸν σκοπὸ: νὰ διακρατήση τὸ φρόνημα τὸ ὀρθόδοξον, τὸ ὁποῖο εἶχε ἀρχίσει ἤδη νἀ ἀλλοιοῦται. Ἀπόδειξις ὅτι ὑπήῆρξε ἀλλοίωσις, εἶναι ἡ μεταγενέστερη, μετὰ τὴν ἔλευση τῶν Βαυαρῶν, ἀλλοίωση τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος στὴν Ἑλλάδα.

Γ.Γ. Ἡ ὁποία ἐπεκράτησε καὶ ἦτο ἐμφανεστάτη κατὰ τὸν 19ον αἰῶνα, μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσιν καὶ τὴν σύστασιν τοῦ νέου ἑλληνικοῦ κράτους. Ὀρθότατα παρετηρήσατε ὅτι τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων, ὑπὸ τὴν εὑρεῖαν αὐτοῦ ἔννοιαν καὶ μορφὴν, ὡς προσεδόθη ἀπὸ τὴν μεταγενεστέραν γενεὰν τῶν Κολλυβάδων, ὑπῆρξε ἕνα ἀντίβαρον εἰς τὴν διείσδυσιν τῶν ναμάτων τοῦ εὐρωπαϊκοῦ διαφωτισμοῦ.
Δὲν θὰ ἔλεγε κανεὶς ὅτι δὲν θὰ ἀπεδέχετο τὴν ἀρχὴν τῆς δημοκρατίας ἤ τὴν ἀρχὴν τῆς ἰσότητος ἔστω καὶ μόνον ἔναντι τῶν νόμων (ἕνας ὅμως ἐκ τῶν διαφωτιστῶν, ὁ Μαμπλὺ, δὲν ἠρκεῖτο εἰς τὴν ἔναντι τοῦ νόμου ἰσότητα, ἤθελε καὶ κοινωνικὴν ἰσότητα καἰ ἐτάσσετο καὶ κατὰ τῆς ἀτομικῆς ἰδιοκτησίας). Μὲ αὐτὰ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἀντίθετος ἡ Ἐκκλησία ποτὲ. Ἡ Ἐκκλησία ἦτο ἀντίθετος μὲ τὴν συνδυασθεῖσαν μὲ τὸ μετακενούμενον αὐτὸ κίνημα ἀθεΐαν -τὸ ξανατονίζω- τῆς γαλλικῆς ἐπαναστάσεως. Καὶ μὲ τὸν φόβον, ὁ ὁποῖος τὴν συνεῖχε, ὡς ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ὡρισμέναι ἀπὸ τὶς ἐπιστῆμες αὐτὲς, (τὶς ὁποῖες -ἐπαναλαμβάνω- ὁ Κοραῆς ἐθεώρει ὡς φιλοσοφίαν) θὰ ἠδύναντο νὰ ὁδηγήσουν εἰς ἀθεΐαν.
Νὰ ποῦμε καὶ αὐτὸ. Ποία ἦτο ἡ πρόθεσις αὐτῶν, οἱ ὁποῖοι εἰσηγοῦντο τὴν διδασκαλίαν αὐτὴν. Ποία ἦτο ἡ πρόθεσις; Ἡ ἀφύπνισις τῶν ὑποδούλων; Ἡ πρόσκτησις γνώσεων ἐκ μέρους τῶν ὑποδούλων; Ἤ ἡ στάσις των ἡ κριτικὴ, ἐξικνουμένη ἕως ἀσεβείας καὶ ἀθεΐας ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας; Δὲν ἔχει κανεὶς, παρὰ νὰ κυττάξη αὐτὸ τὸ ἐγχειρίδιον, τὸ ὁποῖον δίδεται ὡς τροφὴ εἰς τὰ ἑλληνόπουλα, τὸ ὁποῖον ἀναγιγνώσκουν, ὅσοι προτίθενται νὰ μετάσχουν τῶν πανελληνίων ἐξετάσεων. Ἐκεῖ λέγεται ρητῶς ὅτι ὁ σκοπὸς τῆς διδασκαλίας τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν ἦτο ἡ ἀπαλλαγὴ τῶν Νεοελλήνων ἀπὸ τὴν θρησκοληψίαν, οὕτως εἰπεῖν, (δὲν εἶναι ἀκριβῶς ἡ λέξις) ἀπὸ τὸν ζυγὸν τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀπὸ τὰ ἰδεολογήματα, τὴν δεισιδαιμονίαν καὶ ἄλλας ἰδέας, αἱ ὁποῖαι ἐκράτουν τὸν ἑλληνικὸν λαὸν εἰς μίαν κατάστασιν πνευματικῆς ὑποτελείας.

Π.Α. Ἄρα λοιπὸν, ὑπ' αὐτὴν τὴν ἔννοιαν καὶ ἔτσι ὅπως μᾶς τὸ ἐξηγεῖτε, θὰ πρέπει νὰ κατανοήσωμεν τὴν αὐστηρότητα τῶν θέσεων τοῦ Πατριαρχείου καὶ τοῦ Ἀθανασίου τοῦ Παρίου, παραδείγματος χάριν, ὁ ὁποῖος λέγοντας ὅτι οἱ Ἑλληνες τῆς ἐποχῆς του εἶναι θαμπωμένοι ἀπὸ τὰ φῶτα τῆς Εὐρώπης, περιγράφει καὶ τὴν σημερινὴ κατάσταση. Δὲν ἔχει ἀλλάξει καὶ πολὺ τὸ πρᾶγμα.

Γ.Γ. Δὲν ἔχει ἀλλάξει καθόλου. Θὰ μοῦ ἐπιτραπῇ νὰ προσθέσω ὅτι τὴν θέσιν αυτὴν τῆς Ἐκκλησίας τὴν ὑπεστήριξαν διάσημοι λόγιοι τῆς τότε ἐποχῆς ἤ τῆς προγενεστέρας κάπως, ὅπως ὁ Ἀναστάσιος ὁ Γόρδιος, μέγας λόγιος τοῦ 18ου αἰῶνος, (ὁ Γόρδιος ἀπέθανε τὸ 1729, ἐπομένως εἶναι ουσιαστικῶς λόγιος τοῦ 17ου αἰῶνος).
Ἔλεγε, λοιπὸν, ὁ Ἀναστάσιος ὁ Γόρδιος: "Κάλλιο νὰ τυραννοῦνται σωματικῶς (= οἱ Ἕλληνες τῆς ἐποχῆς του) καὶ νὰ πιστεύουν εἰς Χριστόν, παρὰ νὰ εὕρουν ἄνεσιν σωματικὴν (ἐννοεῖ εἰς τὴν Δύσιν) καὶ νὰ πιστεύουν εἰς τὸν Ἀντίχριστον Πάπαν".
Μετὰ τὴν γαλλικὴν ὅμως ἐπανάστασιν δὲν ἐπρόκειτο, αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι μετέβαινον διὰ σπουδὰς εἰς τὸ ἐξωτερικὸν, νὰ ὑποστοῦν τὴν διείσδυσιν, ἄς εἴπωμεν, τοῦ Παπισμοῦ. Αυτὸ θὰ ἦτο ἔλασσον κακὸν. Ἐπρόκειτο νὰ ἐνστερνισθοῦν, ἐνδεχομένως, τὰς περὶ ἀθεΐας ἀρχὰς τῶν διαφωτιστῶν καὶ τῆς γαλλικῆς ἐπαναστάσεως. Αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία δὲν θὰ μποροῦσε νὰ τὸ ἀνεχθῇ.
Π.Α. Γι' αὐτὸ καὶ ὁ Ἀθανάσιος ὁ Πάριος ἦταν τόσο κατηγορηματικὸς, νὰ μὴ πηγαίνουν οἱ Ρωμιοὶ, νὰ σπουδάζουν στῆν Εὐρώπη.

Γ.Γ. Ὅπως ἀκριβῶς τὸ λέγει καὶ ὁ Γόρδιος. Δηλ. ὁ Ἀθανάσιος ὁ Πάριος δὲν ἦτο ὁ μόνος λόγιος τότε, ὁ ὁποῖος τὰ ἔλεγε αὐτὰ.
Μάλιστα ὁ Βαλέτας θεωρεῖ ὡς ἀφετηρίαν τοῦ κλασσικισμοῦ τὸ ἔτος τοῦ θανάτου τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου, αὐτὸν τοῦτον τὸν Γόρδιον, διότι μετέφρασε τότε τὰ ἅπαντα τοῦ Διογένους Λαερτίου.

Π.Α. Ἔχομε λοιπὸν μία πνευματικὴ παραγωγὴ γύρω ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ κείμενα καὶ μεταφράσεις αὐτῶν, κατά κύριον λόγον, ἔχομε τὸν Κοραῆ, ὁ ὁποῖος ἐνδιαφέρεται γιὰ ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα, παρ' ὅτι ὁ Κοραῆς ἦταν ἀντιπλατωνιστῆς. Δὲν ἦταν;

Γ.Γ. Δὲν θὰ μποροῦσε νὰ τὸ πῆ κανείς αὐτὸ ἀπεριφράστως. Ὁ Κοραῆς ἦτο ἐνήμερος περὶ τῆς μεγάλης διαπάλης μεταξὺ Ἀριστοτελισμοῦ καὶ Πλατωνισμοῦ κατὰ τοὺς τελευταίους αἰῶνας τοῦ Βυζαντίου, ἰδίως κατὰ τὸν 14ον καὶ 15ον αἰῶνα. Αὐτὴ ἡ διαπάλη μετεφέρθη ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων λογίων εἰς τὴν Δύσιν. Ἄλλοι ἐξ αὐτῶν ἦσαν δεινοί Ἀριστοτελισταὶ, ὅπως ὁ Θεόδωρος Γαζῆς, καὶ ἄλλοι, ἔνδοξοι Πλατωνισταὶ, ὅπως ὁ Πλήθων Γεμιστὸς, ὁ μαθητὴς του Βησσαρίων, κ.ά. Ὁ Κοραῆς ἦτο ἐνήμερος αὐτῶν τῶν πραγμάτων. Τώρα, τὸ ποὺ ἔρριπτε τὸ βάρος. Πράγματι φαίνεται νὰ ρίπτη τὴν προτίμησίν του εὶς τὸν Ἀριστοτέλη. Ὅμως δὲν νοεῖται, θὰ πρέπει νὰ λεχθῇ αὐτὸ, οὔτε ἀναγέννησις, οὔτε διαφωτισμὸς, οὔτε σύγχρονος εὐρωπαϊκὴ διανόησις, ἄνευ Πλάτωνος.

Π.Α. Παρ' ὅτι ἡ τύχη τοῦ Πλάτωνος κατὰ τὴν Τουρκοκρατία δὲν ἦταν καὶ τόσο καλὴ. Δηλ. οἱ πλατωνικὲς σπουδὲς δὲν ἦσαν σὲ ἔξαρση.

Γ.Γ. Διότι ἡ ἐπίσημος φιλοσοφία, ἡ ἀνεγνωρισμένη, ἡ "κρατικὴ" (θὰ ἐλέγομεν) τοῦ Βυζαντίου, ἦτο ὁ Ἀριστοτελισμὸς.

Π.Α. Θὰ ἤθελα μία γενικὴ κρίση σας στὸ θέμα τοῦ κλασσικισμοῦ, σὲ σχέση μὲ τὸν διαφωτισμὸ. Δηλ., πῶς θὰ μπορούσαμε νὰ χαρακτηρίσωμε αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν σχέση γιὰ τὴν περίοδο ποὺ μιλᾶμε.

Γ.Γ. Μάλιστα. Θὰ ἀρχίσω ἀπὸ μίαν ἱστορικὴν, ὄντως, φράσιν, ποὺ εἶχε τὸν χαρακτήρα γόου ἤ προσευχῆς ἑνὸς ἐκ τῶν μεγαλυτέρων λογίων, τοῦ Θεοδοσίου Ζυγομαλᾶ τοῦ 16ου αἰῶνος, τῆς πιὸ μαύρης δηλ. περιόδου τῆς ὀθωμανικῆς δουλείας.
Λέγει ὁ Θεοδόσιος Ζυγομαλᾶς: "Δώη ὁ Θεὸς ἄνεσιν καὶ ἐλευθερίαν τὴν τὲ ἐς τὸ ἀρχαῖον ἀποκατάστασιν". Νὰ δώση ὁ Θεὸς διὰ τὸ ἔθνος μας ἄνεσιν καὶ ἐλευθερίαν καὶ ἀποκατάστασίν του ἐς τὸ ἀρχαῖον. Αὐτὴ ἡ εἰς τὸ ἀρχαῖον ἀποκατάστασις εἶναι ἡ πεμπτουσία τοῦ κλασσικισμοῦ. Αὐτὸ ἦτο ὁ κλασσικισμὸς. Ἡ ἐπάνοδος εἰς τὴν δόξαν τῶν προγόνων καὶ εἰς τὰ ἔργα τῶν προγόνων, δηλ. τὰ κλασσικὰ ἔργα. Ὁ νεοελληνικὸς διαφωτισμὸς μετῆλθε τὸν κλασσικισμόν.
Ἀναμφισβητήτως. Καὶ, ἐδῶ ὑπάρχει μία μεγάληἀντίφασις, διότι ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ὁ κλασσικισμὸς ἀπεδίδετο εἰς τοὺς ἀντιπάλους τῶν διαφωτιστῶν, ὑπὸ τὴν ἔννοιαν τῆς συντηρήσεως, τῆς ἀρχαιολατρείας, τῆς προγονολατρείας καὶ τῆς προσκολλήσεως εἰς τὴν γραμματολογικὴν παιδείαν. Ὅμως, ὑπῆρξε κύριονἐννοιολογικὸν στοιχεῖον καὶ τοῦ λεγομένου νεοελληνικοῦ διαφωτισμοῦ.

Π.Α. Καὶ θὰ ἐλέγαμε ὅτι τὸ στοιχεῖον αὐτὸ δὲν ἦτο ἐγχώριον, ἄλλ' εἰσαγόμενον.

Γ.Γ. Εἰσαγόμενον, βεβαίως, διότι εἴπομεν ἤδη, ὅτι ὁ εὐρωπαϊκὸς διαφωτισμὸς ἦτο κλασσικιστικὸς.

Π.Α. Δὲν ἦτο ἀπόρροια, δηλαδὴ, ἀναζητήσεως τοῦ ὑποδούλου Γένους πρὸς αὐτὴ τὴν κατάσταση. Ἦταν ὑπαγορευόμενη κατάσταση.

Γ.Γ. Ὅμως, τὸ ὑπόδουλον Γένος εἶχεν εἰς τὸν ὑποδόρειον ἱστὸν του τὴν κλασσικὴν ἀρχαιότητα. Τὴν δόξαν τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος καὶ τὰ κλασσικὰ γράμματα, τὰ ὁποῖα δὲν ἔπαυσαν ποτὲ νὰ καλλιεργοῦνται εἰς τὸ Βυζάντιον, δὲν ἔπαυσε ποτὲ ἡ γόνιμος ζύμωσις τῶν κλασσικῶν γραμμάτων εἰς τὸ βυζάντιον καὶ αὐτὴ ὑποκώφως, ὑποδορείως ἔστω, ὑπεισῆλθεν εἰς τὸν ὑπὸ δυνάστην Ἑλληνισμὸν. Διότι, κατὰ τὰν 18ον αἰῶνα καὶ ἐφεξῆς ἔχομεν φλογερὰν ἄνθησιν τῶν κλασσικῶν γραμμάτων.

Π.Α. Σᾶς εὐχαριστὼ θερμότατα γιὰ τὴν παρουσία σας ἐδῶ σήμερα κ. Γιαννόπουλε. Ἦσαν πάρα πολὺ χρήσιμα τὰ ὅσα μὰς εἴπατε. Ἀφοροῦν σαφῶς νομίζω καὶ στὸ σήμερα, διότι καὶ σήμερα ὑπάρχουν πολλὰς τάσεις πρὸς ἀρχαιολατρεία, ἡ ὁποία βέβαια ἐδῶ ἐγγίζει τὰ ὅρια τοῦ παγανισμοῦ. Ἔχομε τέτοια φαινόμενα.

Γ.Γ. Κυττάξτε κ. Ἀνδριόπουλε. Δὲν ὁμιλοῦμεν περὶ ἀνοήτων φαινομένων ἤ ἰδεολογημάτων. Αὐτὰ εἶναι παραφθορὰ τοῦ κλασσικισμοῦ. Αὐταὶ εἶναι καθαραὶ ἀνοησίαι, δὲν ξέρω δὲ, ἄν θὰ ἔπρεπε καὶ ἡ Ἐκκλησία νὰ ἀσχολῆται μὲ αὐτὰς. Αὐτὰ εἶναι γραφικότητες ἀνοήτων. Δὲν εἶναι αὐτὸ ὁ κλασσικισμὸς.

Π.Α. Γνωρίζετε πολὺ καλὰ ὅμως ὅτι ὑπάρχει σὲ πολλοὺς τὸ πρόβλημα ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ὑπερφυλετικὴ, ὑπερεθνικὴ, ἄρα αὐτὸ τὸ στοιχεῖο τῆς πίστεώς μας λειτουργεῖ ἀνασχετικὰ ὡς πρὸς τὴν ἔξαρση τοῦ νεοπλατωνισμοῦ τοῦ Ἕλληνα. Δηλ. τοῦ ἐθνικοῦ στοιχείου. Καὶ αὐτὸ εἶναι ποὺ ἄγει πρὸς τὴν ἀρχαιολατρεία καὶ τὸν τονισμὸ τῆς δόξης τῶν ἀρχαίων προγόνων καὶ μόνον θέλοντας δηλ. νὰ παραθεωρηθῇ ἡ Ἐκκλησία.

Γ.Γ. Αὐτὸ εἶναι θέμα πρὸς ἰδιαιτέραν συζήτησιν. Εἶναι κάτι, τὸ ὁποῖον μὲ ἔχει πολὺ ἀπασχολήσει. Διότι ἀκούω ἀπὸ στόματα λογίων, σημερινῶν ἱερωμένων, ἐπιστημόνων μὲ βαρύτητα καὶ εὐθύνην, αὐτὴν τὴν διάκρισιν, αὐτὴν τὴν διαστολὴν, ἡ ὁποία ἐμένα δὲν μὲ εὑρίσκει σύμφωνον. Ἐγώ ἔχω ὡς ἀκράδαντον πεποίθησιν ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ διαχωρισθῇ ἡ Ὀρθοδοξία ἀπὸ τὸν Ἑλληνισμὸν. Βεβαίως ἡ Ὁρθοδοξία ὡς θρησκεία εἶναι ὑποχρεωμένη νὰ ἐφαρμόζη τὴν γνωστὴν παρακέλευσιν τοῦ Εὐαγγελίου. Ὅμως ἡ παράδοσις, ἡ ἱστορικὴ παράδοσις, ἡ ἱστορικὴ διαδρομὴ τῆς ἰδικῆς μας Ἐκκλησίας θέλει τὴν Ὀρθοδοξίαν ταυτισμένην, συνοδοιπορήσασαν κατὰ τοὺς χρόνους τῆς δουλείας καὶ συνοδοιποροῦσαν καὶ σήμερα μὲ τὸν Ἑλληνισμὸν. Ἐάν ἀποκόψωμεν τὴν Ὀρθοδοξίαν ἀπὸ τὸν Ἑλληνισμὸν ὑπὸ τὴν ἔννοιαν ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς ἀποβλέπει εἰς ὅλους τοὺς λαοὺς, "πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας ἐλθεῖν", τὸ ὁποῖον θέλει ὄντως, ἀλλ' ἐπαναλαμβάνω ὅτι ἡ παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἀπαράβατος, ἡ μὴ δυναμένη νὰ ἀγνοηθῆ, καταλήγει εἰς τὴν ταύτισιν τῆς Ὀρθοδοξίας μετὰ τοῦ Ἑλληνισμοῦ.

Π.Α. Σᾶς εὐχαριστῶ πολὺ κ. Γιαννόπουλε γιὰ τὴν παρουσία σας ἐδῶ σήμερα.